Εφαρμογή του

procréation στα ελληνικά
procréation
λέγεται
προκρεασιόν
.
procréation
σημαίνει στα ελληνικά
αναπαραγωγή / τεκνοποιία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- procréation : αναπαραγωγή
- santé génésique / santé en matière de procréation : αναπαραγωγική υγεία
- AMP / PMA : τεχνητή γονιμοποίηση / ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή
- filiation biologique / filiation par le sang : βιολογική σχέση γονέως τέκνου
- PMA / reproduction humaine assistée : Ι.Υ.A. / ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή
- PMA / procréation médicalement assistée : τεκνοποιία με ιατρική βοήθεια
- période de procréation : γόνιμη περίοδος / περίοδος αναπαραγωγής
- période de procréation / période de reproduction : περίοδος τεκνοποιΐας / αναπαραγωγική περίοδος
- soins de santé génésique / soins de santé en matière de procréation : ιατρική περίθαλψη στον τομέα της αναπαραγωγής
- produit de santé génésique / produit de santé en matière de procréation : προμήθειες σχετικές με την υγεία στον τομέα της αναπαραγωγής
Subscribe
0 Comments