Εφαρμογή του

psychose στα ελληνικά
psychose
λέγεται
ψικόζ
.
psychose
σημαίνει στα ελληνικά
ψύχωση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- psychose : ψύχωση
- TBP / maladie de Falret : διπολική διαταραχή
- psychose aigüe : οξεία ψύχωση
- psychose toxique : ψύχωση από δηλητηριάσεις
- psychose toxique : τοξική ψύχωση
- psychose anxieuse : φοβική ψύχωση
- psychose affective : συναισθηματική ψύχωση
- psychose choréique : μανιακή χορεία
- maladie de Lasègue / psychose hallucinatoire chronique : παραλήρημα καταδιώξεως
- psychose carcérale : ανώμαλες ψυχικές αντιδράσεις μετά την σύλληψη
Subscribe
0 Comments