Εφαρμογή του

quadrupler στα ελληνικά
quadrupler
λέγεται
κουαντρυπλέ
.
quadrupler
σημαίνει στα ελληνικά
τετραπλασιάζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- quadruplés : τετράδυμα
- quadruple : τετράδα
- QIP / boîtier QIP : κιβώτιο QUIL / κιβώτιο τεσσάρων σειρών συνδέσεων
- hybride quadruple : τετραπλό υβρίδιο
- quadruple densité : τετραπλή πυκνότητα
- pilotage quadruple : τετραπλή οδήγηση
- sélecteur quadruple : τετραπλός επιλογέας / επιλογέας τεσσάρων οδών
- détendeur quadruple : τετραπλή βαλβίδα εκτόνωσης / ενιαία διάταξη τεσσάρων βαλβίδων εκτόνωσης
- mise à quatre voies / mise à quadruple voie : τετραπλασιασμός των γραμμών
Subscribe
0 Comments