Εφαρμογή του

quinze στα ελληνικά
quinze
λέγεται
κενζ
.
quinze
σημαίνει στα ελληνικά
δεκαπέντε
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- teneur en eau à quinze atmosphères : περιεκτικότης εις ύδωρ εις 15 ατμοσφαίρας
- périodique paraissant tous les quinze jours : δεκαπενθήμερη έκδοση / δεκαπενθήμερη επιθεώρηση
- atteinte sexuelle sans contrainte sur mineur : προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας ανηλίκων χωρίς καταναγκασμό
Subscribe
0 Comments