Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

quitte στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
quitte
λέγεται
κιτ
.
quitte
σημαίνει στα ελληνικά
απαλλαγμένος / πάτσι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • obligation de quitter le territoire  (Preferred) / OQT : απόφαση επιστροφής
  • tenir quitte / rendre quitte : απαλλάσσω από οφειλή / αποδεσμεύω από οφειλή
  • quitter le service maritime : παραιτούμαι από το πλοίο / εγκαταλείπω τη ναυτική υπηρεσία
  • ordre de quitter le territoire : διαταγή εγκατάλειψης της χώρας
  • quitter temporairement le territoire douanier : εγκαταλείπω προσωρινά το τελωνειακό έδαφος
  • liberté d’adhérer à une union et de la quitter : ελευθερία προσχώρησης κᄆι αποχώρησης
  • ayant quitté illicitement le territoire d'un Etat membre : παράνομα απομακρυνθέν από το έδαφος κράτους μέλους
  • le fer quitte le pool plasmatique pour le pool labile de la moelle osseuse : μεταφορά του σιδήρου από τη δεξαμενή του πλάσματος στην ασταθή δεξαμενή του μυελού των οστών
  • adolescents déçus par l'école et qui la quittent avant d'avoir obtenu un diplôme : έφηβοι που απογοητεύονται από το σχολείο και εγκαταλείπουν τις σπουδές τους χωρίς να αποκτήσουν απολυτήριο
  • ordre de quitter le territoire faisant suite au non-respect d'une mesure d'éloignement : διαταγή απομάκρυνσης

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments