Εφαρμογή του
radiophonique στα ελληνικά
radiophonique
λέγεται
ραντιοφονίκ
.
radiophonique
σημαίνει στα ελληνικά
ραδιοφωνικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- programme sonore / programme radiophonique : πρόγραμμα ήχου / ραδιοφωνικό πρόγραμμα
- voie radiophonique : ραδιοφωνικό κανάλι
- CB / bande CB : CB / ζώνη (ραδιοσυχνότητας) πολιτών
- taxe radiophonique / redevance radiophonique : ραδιοφωνική συνδρομή
- FSER / fonds de soutien à l'expression radiophonique : ταμείο στήριξης της ραδιοφωνίας
- URTI / Université Radiophonique et Télévisuelle Internationale : Διεθνές Ραδιοφωνικό και Τηλεοπτικό Πανεπιστήμιο
- CRN / centre radiophonique national : κέντρο εθνικού προγράμματος ήχου
- modulation par programme / modulation radiophonique : ραδιοφωνική διαμόρφωση
- transmission radiophonique : ραδιοφωνική μετάδοση
- liaison radio avec les trains / liaison radiophonique avec les trains : ραδιοφωνική σύνδεση με τις αμαξοστοιχίες / σύνδεση με ασύρματο με τις αμαξοστοιχίες
Subscribe
0 Comments