Εφαρμογή του

raisin στα ελληνικά
raisin
λέγεται
ρεζέν
.
raisin
σημαίνει στα ελληνικά
σταφύλι / raisin sec σταφίδα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- raisin : σταφύλια
- raisin : σταφυλή / σταφύλι
- raisin : σταφυλή
- bleuet / mauret : καρπός του φυτού myrtilles
- glucose / dextrose : γλυκόζη / δεξτρόζη
- dextrose / d-glucose : δεξτρόζη
- moût / moût de raisin : γλεύκος / μούστος
- marc / marc de raisin : στέμφυλα / πούλπα σταφυλιών
- busserole / raisin d'ours : αρκουδοστάφυλλο / αρκτοστάφυλος η φαρμακευτική
Subscribe
0 Comments