Εφαρμογή του

ras στα ελληνικά
ras
λέγεται
ρα
.
ras
σημαίνει στα ελληνικά
σύρριζα / ξυστά
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- RAS / Région administrative spéciale : SAR / ΕΔΠ
- RAS / rien à signaler : τίποτε το αξιοσημείωτο
- ras / drappé : ύφασμα ντραπέ
- Macao / la région administrative spéciale de Macao : Μακάο / Ειδική Διοικητική Περιοχή Μακάο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας
- RAS / Row Address Strobe : RAS
- RAS / RSO : ραντάρ συνθετικού ανοίγματος / ραδιοεντοπιστήρας συνθετικού διαφράγματος
- RAS / sardine arc-en-ciel : RAS / σαρδέλα της Ανατολής
- Hong Kong, Chine / la région administrative spéciale de Hong Kong : Χονγκ Κονγκ, Κίνα / Ειδική Διοικητική Περιοχή Χονγκ Κονγκ της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας
- poil ras : κοντό τρίχωμα
- pont ras / plat pont : επίπεδο ανώτατο κατάστρωμα
Subscribe
0 Comments