Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

recueillir στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
recueillir
λέγεται
ρεκεγίρ
.
recueillir
σημαίνει στα ελληνικά
συλλέγω / μαζεύω / se recueillir προσκυνώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • variable recensée / donnée à recueillir : καταγραφόμενα χαρακτηριστικά
  • relever des données / collecter des données : συλλέγω δεδομένα / συλλέγω στοιχεία
  • Recueillir le produit répandu. / MUL : Μαζέψτε τη χυμένη ποσότητα.
  • droits à recueillir la succession / droits de l'héritier sur la succession : δικαιώματα αποδοχής της κληρονομίας / δικαιώματα του κληρονόμου επί της κληρονομίας
  • éjaculat recueilli dans un préservatif : προφυλακτικό σπέρμα / σπέρμα περισυλλεγμένο σε προφυλακτικό
  • rigole utilisée pour recueillir le sang : αγωγός που χρησιμοποιείται για τη συλλογή αίματος
  • données recueillies par la télédétection : δεδομένα τηλεπισκόπησης
  • impact du montage sur les données recueillies : επίδραση της στερέωσης στα καταγραφόμενα δεδομένα
  • l'image est recueillie sur un écran fluorescent : Η εικόνα αναπαράγεται σε μία φθορίζουσα οθόνη.

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest


0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments