Εφαρμογή του

réévaluation στα ελληνικά
réévaluation
λέγεται
ρεεβαλυασιόν
.
réévaluation
σημαίνει στα ελληνικά
ανατίμηση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- réévaluation : ανατίμηση
- réévaluation / variation d'évaluation : επαναποτίμηση / τροποποίηση αποτίμησης
- augmentation / réévaluation : ανατίμηση / αναπροσαρμογή
- gain de réévaluation : κέρδη από την αναπροσαρμογή
- réévaluation sensible : αισθητή ανατίμηση
- compte de réévaluation : λογαριασμός ανατίμησης
- réévaluation monétaire / réévaluation d'une monnaie : νομισματική ανατίμηση
- écarts de réévaluation : διαφορά από αναπροσαρμογή
Subscribe
0 Comments