Εφαρμογή του

réintégration στα ελληνικά
réintégration
λέγεται
ρεεντεγκρασιόν
.
réintégration
σημαίνει στα ελληνικά
επανένταξη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- réintégration : επανενσωμάτωση
- réintégration : επανένταξη
- réintégration : επανένταξη / επανένταξη μισθωτού
- réseau ERIN / réseau européen pour l'instrument de réintégration : ERIN / Ευρωπαϊκό Δίκτυο Μέσων Επανένταξης
- ESAT / centre d'évaluation : κέντρο επανένταξης / κέντρο εργασιακής προετοιμασίας
- DDRRR / désarmement, démobilisation, rapatriement, réintégration et réinstallation : DDRRR / Αφοπλισμός, αποστράτευση, επαναπατρισμός, επανένταξη και επανεγκατάσταση
- réintégration tardive : όψιμη επανένταξη
- DDRR / désarmement, démobilisation, rapatriement et réintégration : αφοπλισμός, αποστράτευση, επαναπατρισμός και επανένταξη
Subscribe
0 Comments