Εφαρμογή του

rejet στα ελληνικά
rejet
λέγεται
ρεζέ
.
rejet
σημαίνει στα ελληνικά
απόρριψη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- rejet / prise rejetée : απόρριψη / απορριπτόμενα αλιεύματα
- refus / rejet : άρνηση χρηματοδότησης
- rejet / déversement : απόρριψη
- refus / rejet : απόρριψη
- rejet / répudiation : άρνηση αναγνώρισης
- refus / rejet : σκάρτο / απόρριψη
- REJ / rejet : απόρριψη
- rejet : φυντάνι / παραφυάδα
- rejet : απόρριψη
- T.F.R. / taux de faux rejets : επίπεδο εσφαλμένης απόρριψης / ποσοστό εσφαλμένης απόρριψης
Subscribe
0 Comments