Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

rembourser στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
rembourser
λέγεται
ρανμπουρσέ
.
rembourser
σημαίνει στα ελληνικά
εξαργυρώνω / ξεπληρώνω / ξεχρεώνω / δίνω πίσω χρήματα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • prêt en cours / prêt non remboursé : ανεξόφλητα δάνεια
  • action remboursée : μετοχή που εξοφλείται
  • action non amortie / action non remboursée : ανεξόφλητη μετοχή / μετοχή που δεν αποσβέσθηκε
  • encours des emprunts / emprunt non remboursé : ανεξόφλητα δάνεια
  • rembourser les dépens : αποδίδω τη δαπάνη
  • rembourser les dépens / rembourser les dépens de l'instance : αποδίδω τη δικαστική δαπάνη
  • obligation échue à rembourser : πληρωτέα ληξιπρόθεσμη ομολογία
  • prêt remboursé par anticipation : πρόωρη εξόφληση ληφθέντος δανείου
  • obligations échues a rembourser : ομολογίες ληξιπρόθεσμες πληρωτέες
  • partie non remboursée des frais réels : το μη αποδιδόμενο μέρος των πραγματικών δαπανών

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments