Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

renoncer στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
renoncer
λέγεται
ρενονσέ
.
renoncer
σημαίνει στα ελληνικά
εγκαταλείπω / παραιτούμαι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • lever l'immunité : παραιτούμαι της ετεροδικίας / αίρω την ασυλία
  • renoncer à une marque : παραιτούμαι σήματος
  • intention de renoncer : πρόθεση να παραιτηθεί (παραίτησης)
  • renoncer à l'instance : παραιτούμαι από τη δίκη
  • abandon des revendications / renoncer à toute prétention : παραιτoύμαι απσ κάθε αξίωση
  • renoncer à l'accréditation : παραίτηση από τη διαπίστευση
  • renoncer à toute prétention : παραιτούμαι από κάθε αξίωση
  • renoncer expressément au bénéfice de la règle de spécialité : παραιτούμαι ρητώς του ευεργετήματος του κανόνα της ειδικότητας
  • renoncer à son droit de présenter une réplique ou une duplique : παραιτούμαι από το δικαίωμα να υποβάλω απάντηση ή ανταπάντηση
  • le titulaire de la marque communautaire renonce à la marque antérieure ou la laisse s'éteindre : ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος παραιτείται του προγενέστερου σήματος ή το α φήνει να αποσβεσθεί

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments