Εφαρμογή του

repli στα ελληνικά
repli
λέγεται
ρεπλί
.
repli
σημαίνει στα ελληνικά
αναδίπλωση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- repli : οπισθοδρόμηση τιμής
- pli / repli : πτυχή / αναδίπλωσις
- pli / repli : γραμμικό σφάλμα
- replis : σπάσιμο ροής
- repli frangé : ινώδης ακρολοφία
- repli muqueux : ενάρθριος πτυχή της επιγονατίδος
- voie de repli : οδός διαφυγής
- repli primitif : πρωτογενής πτυχή
- replis alaires : πτερυγοειδείς πτυχές της κατά γόνυ διαρθρώσεως
- repli des prix / baisse des prix : κάμψη των τιμών / μείωση των τιμών
Subscribe
0 Comments