Εφαρμογή του

rétrograde στα ελληνικά
rétrograde
λέγεται
ρετρογκράντ
.
rétrograde
σημαίνει στα ελληνικά
οπισθοδρομικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- rétrograde : ανάδρομη κίνηση
- hernie en W / étranglement rétrograde : παλίνδρομος κήλη
- OOR / carcinotron : καρκίνοτρο / καρκίνοτρον
- coup-arrière / visée arrière : οπισθοσκόπευση
- onde inverse / onde rétrograde : κύμα οδεύον προς τα πίσω
- onde rétrograde : οπισθοδρομικό κύμα
- bloc rétrograde : παλίνδρομος αποκλεισμός
- stase rétrograde : φλεβική συμφόρηση αίματος
- CPRE / cholangio-pancréatographie rétrograde endoscopique : CPRE / παλίνδρομη ενδοσκοπική χολαγγειοπαγκρεατογραφία
- UPR / urétéro-pyélographie rétrograde : UPR / ανιούσα ουρητηροπυελογραφία
Subscribe
0 Comments