Εφαρμογή του

riant στα ελληνικά
riant
λέγεται
ριάν
.
riant
σημαίνει στα ελληνικά
γελαστός / πρόσχαρος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- risque inhérent / RI : εγγενής κίνδυνoς
- règlement intérieur / RI : Εσωτερικός Κανονισμός
- ris : μούδα
- RIS / stratégie régionale d'innovation : RIS / περιφερειακή στρατηγική καινοτομίας
- RI / répartiteur intermédiaire : ενδιάμεσος κατανεμητής / ενδιάμεσο πλαίσιο διανομής
- RI / ordre règlement immédiat : εντολή άμεσου διακανονισμού
- RI / règlement immédiat : άμεσος διακανονισμός
- RI / radiologie interventionnelle : επεμβατική ακτινολογία
- RI / rappel des données : ΑΠ / ανάκληση πληροφοριών
- RI - DINI / Renouveau italien : RI - DINI
Subscribe
0 Comments