Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

ronce στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
ronce
λέγεται
ρονς
.
ronce
σημαίνει στα ελληνικά
βάτος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • ronce / roumi : μούρο
  • ronce / ronce sauvage : βάτος / ρούβος
  • ronce : δίνη ξύλου
  • madré / ronce : σγουρά νερά / κυματώδη νερά
  • mûre / mûre sauvage : βατόμουρο / μούρο των βάτων
  • mûre / mûron : μούρο
  • loganberry / ronce de Logan : loganberry
  • fil barbelé / ronce artificielle : αγκαθωτό σύρμα
  • ronce bleue : ρούβος ο κυανούς / βάτος ο λευκόφαιος
  • mûrier nain / ronce petit mûrier : βάτος το χαμαίμορο

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments