Εφαρμογή του

rythmique στα ελληνικά
rythmique
λέγεται
ριτμίκ
.
rythmique
σημαίνει στα ελληνικά
ρυθμικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- rythmique : ρυθμική / ρυθμικός τρόπος
- rythmique : ρυθμική' ρυθμικός τρόπος
- bruit rythmique : ρυθμικός θόρυβος
- réflexe rythmique : ρυθμικό αντανακλαστικό
- maladie de l'oreillette / maladie rythmique auriculaire : νόσος των καρδιακών κόλπων / διαταραχή του κολπικού ρυθμού
Subscribe
0 Comments