Εφαρμογή του

sécateur στα ελληνικά
sécateur
λέγεται
σεκατέρ
.
sécateur
σημαίνει στα ελληνικά
κλαδευτήρι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- sécateur : κλαδευτική ψαλίδα
- sécateur à main : κλαδευτήρι χειρός
- ciseaux-sécateurs : κλαδευτικό ψαλίδι
- sécateur à fruits : ψαλίδι κοπής φρούτων
- sécateur à égrener / sécateur à vendange : ψαλίδι τρυγητού
- sécateur à enclume : κλαδευτήρι με αμόνι / κλαδευτήρι τύπου αμόνι
- cisaille à volaille / cisaille à découper la volaille : μεγάλο ψαλίδι για τον τεμαχισμό των πουλερικών
- sécateur de vigneron : ψαλίδα κλαδέματος αμπελιών
- sécateur pneumatique : πνευματικό ψαλίδι
Subscribe
0 Comments