Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

séculariser στα ελληνικά
séculariser
λέγεται
σεκυλαριζέ
.
séculariser
σημαίνει στα ελληνικά
εκλαïκεύω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- séculariser la religion musulmane : αποδυναμώνεται το θρησκευτικό στοιχείο στη μουσουλμανική θρησκεία
Subscribe
0 Comments


