Εφαρμογή του

sédatif στα ελληνικά
sédatif
λέγεται
σεντατίφ
.
sédatif
σημαίνει στα ελληνικά
καταπραϋντικό
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- sédatif : κατασταλτικό / καταπραϋντικό
- calmant / sedatif : αγχολυτικό / ελάσσον ηρεμιστικό
- sédatifs / tranquillisants : ηρεμιστικά / καταπραϋντικά
- bain sédatif : καταπραϋντικό λουτρό
- anxiolytique / sédatif anxiolytique : αγχολυτικά
Subscribe
0 Comments