Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

sein στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
sein
λέγεται
σεν
.
sein
σημαίνει στα ελληνικά
βυζί / μαστός / στήθια / au sein de μέσα σε
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • sein : μαστός
  • EJT / Troisième programme commun visant à favoriser l'échange de jeunes travailleurs au sein de la Communauté : Τρίτο κοινό πρόγραμμα για την ενθάρρυνση της ανταλλαγής νέων εργαζομένων εντός της Κοινότητας
  • EJT / Troisième programme commun visant à favoriser l'échange de jeunes travailleurs au sein de la Communauté (1985-1991) : EJT / Τρίτο κοινό πρόγραμμα για την ενθάρρυνση της ανταλλαγής νέων εργαζομένων εντός της Κοινότητας (1985-1991)
  • Agence européenne pour la gestion opérationnelle des systèmes d’information à grande échelle au sein de l'espace de liberté, de sécurité et de justice / eu-LISA : Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης / eu-LISA
  • COMPRO / Comité pour la simplification des procédures du commerce international au sein de la Communauté européenne : COMPRO / Επιτροπή για την Απλοποίηση των Διαδικασιών του Διεθνούς Εμπορίου στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Κοινότητας
  • tire-lait / pompe à sein : θήλαστρο / εκμυζητήρας γάλακτος
  • nourrisson / enfant nourri au sein : βρέφος / θηλάζον βρέφος
  • viol conjugal / viol au sein du couple : βιασμός μεταξύ συντρόφων
  • refus du sein : φόβος για τη θηλή του μαστού

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments