Εφαρμογή του

sillage στα ελληνικά
sillage
λέγεται
σιγιάζ
.
sillage
σημαίνει στα ελληνικά
αυλακιά / όργωμα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- sillage : απόρρευμα
- effet de sillage (Preferred) / sillage : ολκός / σκίαση
- sillage : φύσημα / ομόρρους
- sillage : απόνερα / ομόρρους
- remous / turbulence de sillage : τυρβώδες απορρεύματος
- vortex / turbulence de sillage : αντιμετώπιση στροβίλων απορρεύματος
- effet d'ombre / effet de sillage : φαινόμενο σκίασης / φαινόμενο προσέγγισης
- sillage induit : ομόρρους επαγωγής / επαγωγικό απόρρευμα
- sillage de rotor : απόρρευμα στροφείου
Subscribe
0 Comments