Εφαρμογή του

situation στα ελληνικά
situation
λέγεται
σιτυασιόν
.
situation
σημαίνει στα ελληνικά
κατάσταση / τοποθεσία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- situation / emplacement : θέση / τοποθεσία
- fragilité / fragilité étatique : αστάθεια / κατάσταση αστάθειας
- état / situation : κατάσταση
- actif net / situation nette : καθαρό ενεργητικό
- clandestin / immigré clandestin : λαθρομετανάστης / παράνομος μετανάστης
- situation de trésorerie (Preferred) / trésorerie : ταμειακή κατάσταση / ταμείο
- EUFOR Libya (Preferred) / opération militaire de l'Union européenne à l'appui d'opérations d'aide humanitaire en réponse à la situation de crise en Libye : EUFOR Λιβύη / στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποστήριξη επιχειρήσεων ανθρωπιστικής βοήθειας προς ανταπόκριση στην κατάσταση κρίσης που επικρατεί στη Λιβύη
- état civil / statut marital : οικογενειακή κατάσταση
- recovery / situation spéciale : ιδιάζουσα κατάσταση / οικονομική ανάκαμψη
- Centre de situation et du renseignement de l'UE / INTCEN : EU INTCEN / Κέντρο ανάλυσης πληροφοριών της ΕΕ
Subscribe
0 Comments