Εφαρμογή του

soie στα ελληνικά
soie
λέγεται
σουά
.
soie
σημαίνει στα ελληνικά
μετάξι / μεταξωτό
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- soie : μετάξι
- soie : πετονιά
- soie : τμήμα εργαλείου χειρός πακτωμένο στη λαβή
- damas / soie damassée : μετάξι δαμάσκο / μετάξι δαμασκηνό
- soies : γουρουνότριχες / χοντρές τρίχες
- trame / soie de trame : κρόκη
- panne / panné : βελούδο παν
- magnan / ver à soie : μεταξοσκώληκας / μεταξοσκώληκας της μουριάς
- graine / oeuf de vers à soie : σπόρος / αυγό μεταξοσκώληκα
Subscribe
0 Comments