Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

soupçonner στα ελληνικά
soupçonner
λέγεται
σουψονέ
.
soupçonner
σημαίνει στα ελληνικά
υποψιάζομαι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- suspect / personne soupçonnée : ύποπτος
Subscribe
0 Comments


