Εφαρμογή του

statue στα ελληνικά
statue
λέγεται
στατύ
.
statue
σημαίνει στα ελληνικά
άγαλμα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- statue : άγαλμα
- sursis à statuer : αναστολή της έκδοσης αποφάσεως
- statuer au fond : αποφαίνομαι επί της ουσίας
- sursis à statuer : αναστολή της διαδικασίας
- statuer en référé : αποφασίζει σύμφωνα με την επ'αναφορά διαδικασία
- surseoir à statuer : αναβάλλει την απόφασή της
- non-lieu à statuer : κατάργηση της δίκης / δεν καταλήγω στην έκδοση αποφάσεως
- non-lieu à statuer : κατάργηση της δίκης
- surseoir à statuer : αναστέλλω την ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία
Subscribe
0 Comments