Εφαρμογή του
stellaire στα ελληνικά
stellaire
λέγεται
στελέρ
.
stellaire
σημαίνει στα ελληνικά
αστρικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- morgeline / mouron blanc : αλσίνη η μεσαία / στελλάρια η μεσαία
- angiome stellaire / naevus téléangiectasique : αρτηριακό αιμαγγείωμα
- suiveur d'étoiles / suiveur stellaire : διαστρικός ιχνηλάτης
- stellaire graminée : στελλάρια η γραστιδόμορφη
- stellaire holostée : στελλάρια η ολόστεη
- radiosource stellaire / étoile radioélectrique : ραδιοαστέρας
- triangulation stellaire : αστρικός τριγωνισμός
- guidage stellaire cartographique : αστροναυτιλία
- guidage astro-inertiel ou stellaire : αστρο-αδρανειακή οδήγηση
Subscribe
0 Comments