Εφαρμογή του

store στα ελληνικά
store
λέγεται
στορ
.
store
σημαίνει στα ελληνικά
στόρι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- store : προπέτασμα
- store : στόρια / κουρτίνες
- natte / store : ξύλινη ή μεταλλική σχάρα για αποστράγγιση τυριών
- volet mobile / "store vénitien" : θερμορυθμιστικό παραθυρόφυλλο
- store roulant : ρολλό παραθύρου
- store vénitien : ρολλό βενετικού τύπου
- store de perles de verre : παραπέτασμα από γυάλινες χάντρες
- palier de store à rouleau : κύλινδρος ρολού παραθύρων / κορνίζα εκτυλισσόμενου παραπετάσματος
- guide de sangle pour store : οδηγός ιμάντα για παραπέτασμα
- tendeur de sangle pour store : τένοντας ιμάντα για παραπέτασμα
Subscribe
0 Comments