Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

suffisant στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
suffisant
λέγεται
συφιζάν
.
suffisant
σημαίνει στα ελληνικά
αρκετός / επαρκής
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • interêt / intérêt à agir : έννομο συμφέρον
  • à / en : προς
  • repos suffisant : επαρκής χρόνος ανάπαυσης
  • préavis suffisant : έγκαιρη ειδοποίηση
  • preuve prima facie / preuve suffisante à première vue : prima facie απόδειξη / αρχικά αποδεικτικά στοιχεία
  • ressource suffisante / financement suffisant : επάρκεια χρηματοδότησης
  • protection suffisante : επάρκεια προστασίας
  • avance de frais suffisante : επαρκής προκαταβολή εξόδων
  • adéquation des fonds propres / adéquation du capital aux besoins : επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων
  • information probante suffisante : επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments