Εφαρμογή του

suffrage στα ελληνικά
suffrage
λέγεται
συφράζ
.
suffrage
σημαίνει στα ελληνικά
ψηφοφορία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- suffrage égal : ίση ψήφος
- parité de voix / parité des voix : ισοψηφία
- droit de vote / droit électoral : εκλογικό δικαίωμα / δικαίωμα του εκλέγειν
- suffrage exprimé : έγκυρα ψηφοδέλτια
- suffrage universel : καθολική ψηφοφορία
- pondération des voix / pondération des suffrages : στάθμιση των ψήφων
- parité des suffrages : ισοψηφία
- suffrage universel direct : άμεση καθολική ψηφοφορία
- égalité dans le suffrage : ισότητα της ψήφου
- majorité absolue des suffrages exprimés : απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων / απόλυτη πλειοψηφία των εκπεφρασμένων ψήφων
Subscribe
0 Comments