Εφαρμογή του

super στα ελληνικά
super
λέγεται
συπέρ
.
super
σημαίνει στα ελληνικά
απίθανος / σούπερ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- super / superphosphate : υπερφωσφορικό
- ULSI / intégration à ultragrande échelle : ολοκλήρωση πολύ υψηλής κλίμακας / ολοκλήρωση εξαιρετικά υψηλής κλίμακας
- ESF / format de super trame étendu : επεκτεταμένο υπερπλαίσιο
- Super K / kétamine : κεταμίνη
- surfusion / surréfrigération : υπέρτηξη
- super LEO : μεγάλος LEO
- Euro-super : Euro-Super
- super-port : υπερλιμένας
- super-mini : υπερμεσαίος υπολογιστής
- superclasse / super-catégorie : υπερκατηγορία
Subscribe
0 Comments