Εφαρμογή του

survenir στα ελληνικά
survenir
λέγεται
συρβενίρ
.
survenir
σημαίνει στα ελληνικά
επέρχομαι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- IBNR / survenu mais non déclaré : IBNR / ζημίες που συνέβησαν αλλά δεν δηλώθηκαν
- sinistre survenu : ζημιές που συνέβησαν
- accident de trajet / accident survenu sur le chemin du travail : ατύχημα διαδρομής / ατύχημα κατά τη διαδρομή
- ajustement des prix / correction des prix : διόρθωση των τιμών / προσαρμογή των τιμών
- pourcentage de survenue : συχνότητα εμφάνισης (δηλ. κρουσμάτων δηλητηρίασης)
- accident de l'aviation civile : ατύχημα της πολιτικής αεροπορίας
- incident de l'aviation civile : συμβάν της πολιτικής αεροπορίας
- perte survenant après les captures : απώλεια αλιευμάτων
- sinistres survenus mais non déclarés : ζημιές που συνέβησαν αλλά δεν αναγγέλθηκαν
- rapport des sinistres survenus aux primes : ποσοστό ζημιάς
Subscribe
0 Comments