Εφαρμογή του

tabac στα ελληνικά
tabac
λέγεται
ταμπά
.
tabac
σημαίνει στα ελληνικά
καπνός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- tabac : καπνά / καπνός
- tabac : καπνός
- CCLAT / Convention-cadre pour la lutte antitabac : Σύμβαση πλαίσιο για τον έλεγχο του καπνού / ΣΠΕΚ
- tripe / tabac long : χοντροκομμένος καπνός γεμίσματος / χοντροκομμένος καπνός γεμίσματος πούρων
- feu noir / taches angulaires du tabac : ψευδομονάδα
- tabatier / ouvrier en tabac : καπνεργάτης
- makhorka / tabac rustique : καπνός N. Rustica
- tabac brut : ανεπεξέργαστος καπνός
Subscribe
0 Comments