Εφαρμογή του

thérapeutique στα ελληνικά
thérapeutique
λέγεται
τεραπετίκ
.
thérapeutique
σημαίνει στα ελληνικά
θεραπευτικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- thérapeutique : βοηθητικά φάρμακα
- thérapie / thérapeutique : θεραπευτική
- thérapeutique : θεραπευτικός
- ergothérapie / praxithérapie : απασχολησιοθεραπεία / θεραπεία απασχολήσεως
- soins médicaux / traitement médical : ιατρική θεραπεία / θεραπευτική αγωγή
- ultradiathermie / ultra-diathermie : υπερδιαθερμία / θερπαέια με βραχέα κύματα
- fraction active / fraction thérapeutique : θεραπευτική ποσότητα
- indication / indication thérapeutique : ένδειξη / θεραπευτική ένδειξη
- gène inséré / gène thérapeutique introduit : παρεμβαλλόμενο γονίδιο
- but thérapeutique : αντικειμενικός σκοπός θεραπείας
Subscribe
0 Comments