Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

thermomètre στα ελληνικά
thermomètre
λέγεται
τερμομέτρ
.
thermomètre
σημαίνει στα ελληνικά
θερμόμετρο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
