Εφαρμογή του

thon στα ελληνικά
thon
λέγεται
τον
.
thon
σημαίνει στα ελληνικά
τόνος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- CITT / Commission interaméricaine du thon tropical : IATTC / Παναμερικανική Επιτροπή Τροπικού Τόνου
- CTOI / Commission des thons de l'océan Indien : IOTC / Επιτροπή διαχείρισης της αλιείας τόνου του Ινδικού Ωκεανού
- thon / MUL : τόννος
- thons : τόνοι
- listao / bonite à ventre rayé : λακέρδα / παλαμίδα
- patudo / thon obèse : τόνος μεγαλόφθαλμος
- thons / maquereaux : σκουμπριά
- thons / thonidés : θύννος / τόννος
- CCSBT / Commission pour la conservation du thon rouge du Sud : Επιτροπή διατήρησης του τόνου του νοτίου ημισφαιρίου
- thons / maquereaux : τόνοι / παλαμίδες
Subscribe
0 Comments