Εφαρμογή του

touffu στα ελληνικά
touffu
λέγεται
τουφύ
.
touffu
σημαίνει στα ελληνικά
φουντωτός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- chorion touffu / chorion villeux : λαχνωτό χόριο
- sourcils touffus : υπέρμετρη ανάπτυξη των τριχών των φρυδιών
- extrémités touffues : μουστάκι / άκρες από δέσμη παράλληλων ινών
- bunchy top de l'abaca / sommet touffu de l'abaca : κορυφή με μορφή τούφας σε αμπακά
Subscribe
0 Comments