Εφαρμογή του

tramer στα ελληνικά
tramer
λέγεται
τραμέ
.
tramer
σημαίνει στα ελληνικά
μηχανορραφώ / σκαρώνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- bolduc / tresse sans trame : ταινία χωρίς υφάδι
- simili / reproduction tramée : ημιτονισμένη φωτογραφία
- trame / canevas : ράστερ / ψηφιδοπλέγμα
- pixel / point d'image : εικονοψηφίδα / εικονοστοιχείο
- trame / soie de trame : κρόκη
- trame : υφάδι
- trame : ίχνος των γραμμών
- trame : κόσκινο
- canette / bobine de trame : μασούρι
- trame : πλαίσιο μετάδοσης
Subscribe
0 Comments