Εφαρμογή του

transporteur στα ελληνικά
transporteur
λέγεται
τρανσπορτέρ
.
transporteur
σημαίνει στα ελληνικά
μεταφορέας
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- transporteur : μεταφορικός ιμάντας
- transporteur : μεταφορέας
- transporteur / opérateur de transport : μεταφορέας / φορέας μεταφοράς
- glissière / transporteur : χειροκίνητη μεταφορική μανοβία
- transporteur : μηχανικό μεταφορικό μέσο
- Transporteur : μεταφορέας / Transporteur
- transporteur / bande de chargement : μεταφορική ταινία φόρτισης
- pont-roulant / transbordeur : μεταφορική πλάκα
- convoyeur / transporteur : μεταφορεύς(ατέρμων)
Subscribe
0 Comments