Εφαρμογή του

travailleur στα ελληνικά
travailleur
λέγεται
τραβαγέρ
.
travailleur
σημαίνει στα ελληνικά
εργάτης / εργατικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- indépendant / travailleur indépendant : μη μισθωτός / ανεξάρτητος επαγγελματίας
- travailleur : εργαζόμενος
- frontalier / travailleur frontalier : μεθοριακός εργαζόμενος / παραμεθόριος εργαζόμενος
- travailleuse : εργαζόμενη / εργαζόμενη γυναίκα
- frontalier / travailleur frontalier : μεθοριακός εργαζόμενος
- employé / col blanc : μη χειρώνακτας / υπάλληλος γραφείου
- travailleurs : εργαζόμενοι
- frontalier / travailleur frontalier : μεθοριακός εργαζόμενος / διαμεθοριακός εργαζόμενος
- CA.SS.TM. / Commission administrative : Διοικητική Eπιτροπή / Διοικητική Eπιτροπή για την Kοινωνική Aσφάλιση των Διακινουμένων Eργαζομένων
- travailleuse : μικρό έπιπλο για εναπόθεση εργοχείρων
Subscribe
0 Comments