Εφαρμογή του

travestir στα ελληνικά
travestir
λέγεται
τραβεστίρ
.
travestir
σημαίνει στα ελληνικά
μεταμφιέζω / διαστρεβλώνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- travesti / personne pratiquant le cross-dressing : παρενδυτικός / τραβεστί
- travesti : ένδυμα μεταμφιέσεως
Subscribe
0 Comments