Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

tronc στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
tronc
λέγεται
τρον
.
tronc
σημαίνει στα ελληνικά
κορμός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • tronc : κορμός δένδρου
  • tronc : κορμός
  • rondin / petit tronc : τεμάχιο κορμού
  • point H / point de rotation tronc : σημείο Η / σημείο περιστροφής κορμού
  • TCT / tronc commun temporaire : προσωρινός κοινός κορμός
  • TC / Tronc commun : CCC / κοινός κύκλος μαθημάτων
  • faux-tronc / pseudo-tronc : ψευδοβλαστός
  • épampreuse / nettoyeur du tronc : καθαριστής κορμού / περιστροφικός καθαριστής
  • écoulement / écoulement supercortical : απορροές κορμών / ροές επί των κορμών

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments