Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

tronçonner στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
tronçonner
λέγεται
τρονσονέ
.
tronçonner
σημαίνει στα ελληνικά
κόβω / κομματιάζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • tronçonner / débiter en tranches : κόβω σε φέτες
  • tronçonner / scier un rondin : τεμαχίζω
  • tronçonner : αποκόπτω
  • tronçonner : αφαιρώ διά της κοπής
  • tour à lingot / tour à tronçonner les lingots : τόρνος κατεργασίας τεμαχίων τετραγωνικής διατομής
  • disque à trancher / disque à tronçonner : δίσκος κοπής
  • croc à tronçonner : φορτωτής κορμών
  • outil à tronçonner / outil en col de cygne : εργαλείο τόρνευσης με κεκαμμένο στέλεχος
  • meule à tronçonner : σμίλη τεμαχισμού
  • machine à tronçonner : τόρνος απότμησης

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments