Εφαρμογή του

tropical στα ελληνικά
tropical
λέγεται
τροπικάλ
.
tropical
σημαίνει στα ελληνικά
τροπικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- coryphène / grande coryphène : σύρτης / κυνηγός
- AGRITROP / Coopération en information et documentation agricole tropicale et subtropicale : AGRITROP / συνεργασία για την πληροφόρηση και την τεκμηρίωση στον τομέα της τροπικής και υποτροπικής γεωργίας
- ICRISAT / Institut international de recherche sur les cultures des zones tropicales semi-arides : ICRISAT / Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για τις Καλλιέργειες στις Τροπικές Ημιάγονες Ζώνες
- piquitinga / anchois tropical : γραμμωτός γαύρος
- ENP / piquitinga : ENP / Γραμμωτός γαύρος
- Organisation internationale des bois tropicaux / OIBT : Διεθνής Οργανισμός για την τροπική ξυλεία
- PAFT / Plan d'action pour la protection de la forêt tropicale : Πρόγραμμα δράσης για τα τροπικά δάση / Σχέδιο Δράσης για τα Τροπικά Δάση
- CITT / Commission interaméricaine du thon tropical : IATTC / Παναμερικανική Επιτροπή Τροπικού Τόνου
- ATIBT / Association technique internationale des bois tropicaux : Διεθνής Τεχνική Ενωση Τροπικής Ξυλείας
- kwashiorkor / dénutrition infantile : μορφή πελλάγρας εμφανιζόμενη στους διατρεφόμενους αποκλειστικά με αραβόσιτο
Subscribe
0 Comments