Εφαρμογή του

urne στα ελληνικά
urne
λέγεται
υρν
.
urne
σημαίνει στα ελληνικά
κάλπη / τεφροδόχος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- urne : υδρία
- SSU / sondage sortie des urnes : μεταδημοσκόπηση
- bourrage d'urnes : νοθεία / διπλοψήφιση
Subscribe
0 Comments