Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

vaisseau στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
vaisseau
λέγεται
βεσό
.
vaisseau
σημαίνει στα ελληνικά
σκάφος / πλοίο / αγγείο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • vaisseau : αγγείο
  • astronef / spationef : διαστημικό όχημα / διαστημικό σκάφος
  • bateau-mère / navire-mère : μητρικό πλοίο
  • EV1 / enseigne de vaisseau 1e classe : Ανθυποπλοίαρχος
  • sans vaisseaux : ανάγγειος / χωρίς αγγεία
  • rayon/vaisseau : ακτινοαγγειακό
  • CV / capitaine de vaisseau : Πλοίαρχος
  • vaisseau sanguin : φλέβα
  • bateau de guerre / navire de guerre : πολεμικό πλοίο
  • syndrome de Bonnet / tortuosité congénitale des vaisseaux de la rétine et sténose congénitale de l'isthme de l'aorte : σύνδρομο Bonnet

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments