Εφαρμογή του

variété στα ελληνικά
variété
λέγεται
βαριετέ
.
variété
σημαίνει στα ελληνικά
ποικιλία / βαριετέ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- souche / variété : ποικιλία / στέλεχος
- variété : ποικιλία
- variété : ποικιλία / παραλλαγή
- colza 0 / colza nouveau : κράμβη ποικιλίας "0"
- OCVV / Office communautaire des variétés végétales : ΚΓΦΠ / Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών
- cépage / variété de vigne : ποικιλία αμπέλου / ποικιλία κλήματος
- colza double zéro / colza "double zéro" : κραμβόσποροι "00" / κραμβόσποροι "διπλό μηδέν"
Subscribe
0 Comments