Εφαρμογή του

vinaigre στα ελληνικά
vinaigre
λέγεται
βινέγκρ
.
vinaigre
σημαίνει στα ελληνικά
ξίδι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- pickles / légumes au vinaigre : πίκλες / τουρσιά
- CPIV / Comité permanent international du vinaigre - Marché commun : CPIV / Μόνιμη Διεθνής Επιτροπή για το Ξίδι - Κοινή Αγορά
- vinaigre de vin : ξίδι από οίνο / όξος από οίνο
- vinaigre de vin : όξος εξ οίνου
- vinaigre de vin : ξύδι από κρασί
- vineux-vinaigré : οινώδες-οξώδες
- vinaigre de vin : ξύδι απο κρασί
- mère de vinaigre : μητέρα του όξους
- vinaigre de cidre : ξύδι από μηλίτη / ξύδι από μηλόκρασο
- vinaigre de poiré : ξύδι από απίτη / ξύδι από αχλαδόκρασο
Subscribe
0 Comments